Η Βυζαντινή - Μεταβυζαντινή Μονή της Αγίας Τριάδας

Η Βυζαντινή - Μεταβυζαντινή Μονή της Αγίας Τριάδας

Εκδότης: Δημοφών
Συγγραφέας: Στυλιανός Μουζάκης
Έτος: 2009
Σελίδες: 136
Δεσίμο: Μαλακό Εξώφυλλο
ISBN: 960-87661-4-3

Τα τελευταία χρόνια γίνονται φιλότιμες προσπάθειες να αναστηλωθούν τα Ιερά εξωκκλήσια όπως και οι μεγάλες και μικρές Ιερές Μονές ώστε να διασωθεί και να συνεχισθεί η πολύτιμη παρουσία τους. Μία από τις μικρές αυτές Ιερές Μονές είναι και η Ι. Μονή Αγίας Τριάδος στο όρος Πατέρας, στην περιοχή οπου ονομάζεται Μυρρίνη. Ο συγγραφεύς της παρούσης μελέτης και ιστορικός ερευνητής πολιτισμών κ. Στέλιος Μουζάκης ανέλαβε ένα κοπιώδη αγώνα για την συγκέντρωση και καταγραφή με τρόπο μεθοδικό, της ιστορίας, της αρχιτεκτονικής και της τέχνης της εν λόγω Ι. Μονής, για το καλό της επιστήμης και την ανάγνωση υπό πολλών.
Περίληψη
Η Βυζαντινή –Μεταβυζαντινή Μονή Της Αγίας Τριάδας Στη Θέση Μυρρίνιον Μάνδρα – Κούντουρα - Αττικής Ιστορία - Αρχιτεκτονική – Τέχνη Είναι γενικά αποδεκτό ότι η μελέτη ενός χριστιανικού μνημείου μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στην αξιολόγηση, την ευρύτερη παρουσίαση, την τουριστική προβολή και όχι μόνον του ανεκτίμητου και ανεξερεύνητου, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, θησαυρού της εθνικής μας ιστορίας, της φυλετικής μας ζωής, αλλά και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Την επίτευξη αυτών των στόχων επιδιώκει η συγκεκριμένη μελέτη για την άγνωστη στη σχετική βιβλιογραφία μονή της Αγίας Τριάδας. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζεται το γεωφυσικό ανάγλυφο της ευρύτερης περιοχής της Μεγαρίδας του χώρου μέσα στον οποίο κτίστηκε και αναπτύχθηκε η βυζαντινή μονή της Αγίας Τριάδας. Δίδονται τα σημαντικότερα ιστορικά στοιχεία, οι συνθήκες που ανέτρεπαν ή και διαμόρφωναν διάφορες ιστορικές μεταλλαγές ως και οι γενικότερες επιπτώσεις που αυτές επέφεραν στη πολιτιστική της φυσιογνωμία.
Σημαντικότερη αναγνωρίζεται, μεταξύ των άλλων, η εποχή της Δ΄ Σταυροφορίας η οποία θεωρείται ως η απαρχή δημιουργίας καινούργιων κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Αλλά και η εγκατάσταση στην Αττική, κυρίως στην πεδιάδα των Μεσογείων, στα περάσματα προς τη Βοιωτία και προς την Κορινθία, των Αρβανιτών, οι οποίοι διαμόρφωσαν στους νέους οικισμούς της υπαίθρου χώρας τους οποίους δημιούργησαν, έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Επισημαίνονται μέσα από μια πλούσια βιβλιογραφία, τα υπάρχοντα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία στην ευρύτερη περιοχή και στο δήμο Μάνδρας ειδικότερα. Αναλύεται διεξοδικά η συμβολή των χριστιανικών μνημείων στη γενικότερη ιστορική έρευνα της περιοχής, μέσα από τις τυπολογικές, μορφολογικές και εικονογραφικές παρατηρήσεις των εκκλησιών και των τοιχογραφικών συνόλων τους, τις αγιολογικές και αφιερωτικές επιγραφές αλλά και τα χαράγματα ή τα ακιδογραφήματα τα οποία ενίοτε διασώζουν, Επισημαίνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις συναποτελούν και συγκροτούν τις μοναδικές μαρτυρίες για την παρουσία, την οικονομική κατάσταση αλλά και την κοινωνική, εθνολογική διαστρωμάτωση των κατοίκων συγκεκριμένου οικισμού και βέβαια του κοντινού των χώρου, μέσα στην ήδη διαμορφωμένη ελληνική κοινωνία.
Αναλύεται διεξοδικά το τοπωνύμιο Μυρρίνιον ως φυτώνυμο όπως πολλά από τα τοπωνύμια της Αττικής γης, τα οποία έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο γενικότερα στη γεωγραφική ονοματολογία και τοπογραφία. Μυρσίνη ή Μυρρίνη είναι η γνωστή μας μυρτιά. Ακόμη συνδέονται οι αρχαιολογικές μαρτυρίες και τα υπάρχοντα ερείπια των κλασσικών χρόνων στη γύρω περιοχή. Στο δεύτερο μέρος επισημαίνεται η σχέση του μητροπολίτη Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη (1182-1204) με την παλαιότερη υπάρχουσα στην ίδια θέση βυζαντινή μονή και ταυτίζεται για πρώτη φορά από τα υπάρχοντα μέσα στη μονή αρχιτεκτονικά λείψανα, με την αναφερομένη σε δύο επιστολές του Χωνιάτη, λίγο προτού αυτός εγκαταλείψει την Αθήνα κατά το 1204, άγνωστη από άλλη πηγή, μονή του Μυρρινίου. Περιγράφεται ο σωζόμενος μοναστηριακός περίβολος και μελετάται τυπολογικά και μορφολογικά το υπάρχον καθολικό που φέρει τρούλο και το οποίο στη σημερινή του μορφή έχει σχήμα ελεύθερου σταυρού με άνισα τα μήκη των κεραιών του. Το ανατολικό τμήμα, ιερό και τέμπλο, του οποίου όμως ανήκει στη δεύτερη φάση ανέγερσης της μονής και είναι το μόνο τμήμα όπου υπάρχουν τοιχογραφίες.